Ο λαΪκισμός του κατώτατου μισθού

Είναι γνωστό σε όσους αντιλαμβάνονται τα οικονομικά ότι σε μια ελεύθερη οικονομία τα εισοδήματα των διαφόρων παραγωγικών συντελεστών είναι ανάλογα της συμβολής τους στη συνολική παραγωγή. Η εισοδηματική ανισότητα που παρατηρείται είναι στην περίπτωση αυτή δίκαιη καθώς ο μισθός καθορίζεται από την παραγωγικότητα του εργαζομένου. Πολλές φορές, ωστόσο, οι κυβερνήσεις μπαίνουν στον πειρασμό να παρέμβουν και με νομοθετικές ρυθμίσεις να καθορίσουν ένα ελάχιστο κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο υποχρεωτικό για τις επιχειρήσεις. Με την πολιτική αυτή επιδιώκουν να μειώσουν την εισοδηματική ανισότητα επηρεάζοντας την κατανομή του εθνικού εισοδήματος υπέρ των χαμηλόμισθων και λιγότερο προνομιούχων εργαζομένων. Ισχυρίζονται ότι με την επιβολή κατώτατου μισθού αυξάνουν τη συνεισφορά των ανειδίκευτων εργαζομένων στο εθνικό εισόδημα. Στην πραγματικότητα, τέτοιου είδους έλεγχοι στον μηχανισμό των τιμών έχουν πολλαπλές παρενέργειες στην οικονομία χωρίς στην ουσία να αυξάνουν το εισόδημα εκείνων τους οποίους υποτίθεται ότι επιδιώκουν να βοηθήσουν.

Συγκρατώντας τους μισθούς ανειδίκευτων εργαζομένων σε επίπεδο υψηλότερο από το επίπεδο ισορροπίας οι κυβερνήσεις καθιστούν την εργασία αυτών των ανθρώπων ακριβότερη από ό,τι δικαιολογεί η αρχή της προσφοράς και της ζήτησης με τα εξής δυσάρεστα αποτελέσματα:

‒ Κάποιοι άνεργοι δεν είναι σε θέση να βρουν εργασία, γιατί υπό το καθεστώς του κατώτατου μισθού η συνεισφορά τους στην παραγωγή θα ήταν ακριβότερη από την αξία του προϊόντος που θα μπορούσαν να παράγουν, εάν προσλαμβάνονταν. Αλλά και μετά την επιβολή κατώτατου μισθού κάποιοι εργαζόμενοι θα απολυθούν για τον ίδιο ακριβώς λόγο.

‒ Οι επιχειρήσεις που είναι οριακές στην αγορά με την άνοδο του κόστους εργασίας ανά μονάδα αξίας του παραγόμενου προϊόντος πολύ γρήγορα χρεοκοπούν.

‒ Οι επιχειρήσεις μετά την επιβολή κατώτατου μισθού εμφανίζουν την τάση να αντικαθιστούν τους ανειδίκευτους εργαζομένους με υπερωριακή απασχόληση του υπάρχοντος ειδικευμένου προσωπικού τους.

‒ Η πολιτική του κατώτατου μισθού επιφέρει μεγαλύτερη αύξηση της ανεργίας στους νέους, καθώς οι επιχειρήσεις έχουν σοβαρό κίνητρο να επιλέξουν περισσότερο πεπειραμένο προσωπικό.

‒ Θα αντέτεινε κάποιος ότι η επιβολή κατώτατου μισθού οδηγεί ίσως στον αυτοματισμό των επιχειρήσεων και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους. Αναφερθήκαμε πριν σε οριακές επιχειρήσεις. Οι ιδιοκτήτες αυτών κατά κανόνα δεν διαθέτουν πρόσθετα κεφάλαια να επενδύσουν αλλά ούτε έχουν τη δυνατότητα της πρόσβασης σε δανεισμό. Σε συνθήκες οικονομικής ύφεσης αυτές με μαθηματική βεβαιότητα θα διακόψουν τη λειτουργία τους ή θα πτωχεύσουν. Αλλά ακόμη κι αν πολλές επιχειρήσεις έχουν τη δυνατότητα επιτάχυνσης του αυτοματισμού, η βεβιασμένη υποκατάσταση της εργασίας με επενδύσεις σε κεφάλαια ‒εκτός από την αύξηση της ανεργίας‒ θα οδηγήσει πρόωρα την οικονομία σε τεχνολογίες έντασης κεφαλαίου, οι οποίες είναι ασύμφορες σε χώρες οι οποίες, όπως η Ελλάδα, στερούνται επαρκών αποταμιευτικών πόρων.


Θα πρέπει να γίνει σαφές ότι, παρά τα όσα υποστηρίζει η προπαγάνδα του κρατισμού δεκαετίες τώρα, η ελεύθερη οικονομία είναι το μοναδικό αποτελεσματικό σύστημα προστασίας του εργαζομένου. Ο επιχειρηματίας ρισκάροντας το κεφάλαιό του προσφέρει εργασία στους εργαζομένους στην επιχείρηση, τους καθιστά πιο παραγωγικούς, τους δίνει τη δυνατότητα και την επιλογή να μην ρισκάρουν οι ίδιοι ως επιχειρηματίες και βελτιώνει το επίπεδο της ζωής τους.