Η λύση στο αδιέξοδο της φορολογίας των ακινήτων
Η διάρθρωση του φορολογικού βάρους αποτελεί πάντοτε ένα δύσκολο πρόβλημα για τους σχεδιαστές των δημοσίων οικονομικών. Πώς δηλαδή θα κατανεμηθεί το σύνολο των φορολογικών εσόδων μεταξύ των διαφόρων ειδών φόρων. Η απάντηση σ’ αυτό κρίνει εάν ένα κράτος είναι προηγμένο ή όχι. Τα στοιχεία της ελληνικής δημοσιονομικής «ιδιαιτερότητας» είναι ενδεικτικά: το 2018 το Δημόσιο θα εισπράξει από τα ακίνητα φόρους ύψους περίπου 4,7 δισ. ευρώ (3,1 δισ. από τον ΕΝΦΙΑ και 1,5 δισ. από τους υπόλοιπους φόρους επί της ιδιοκτησίας). Ως ποσοστό στο ΑΕΠ οι φόροι αυτοί ανέρχονται σε 2,62% (έναντι 1,9% του μέσου όρου του ΟΟΣΑ), ενώ ως ποσοστό ως προς το σύνολο των προϋπολογισθέντων φορολογικών εσόδων (48,15 δισ. ευρώ) θα κυμανθούν στο 9,76% αυτών (έναντι 5,8% του μέσου όρου του ΟΟΣΑ). Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2018 από το σύνολο της φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων αναμένεται να εισπραχθούν 8,72 δισ. ευρώ. Δηλαδή από την φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας (όχι των εισοδημάτων που προκύπτουν από την τυχόν εκμετάλλευσή της) στην Ελλάδα το Δημόσιο θα εισπράξει το 54% από τα ποσά που προϋπολογίζει να εισπράξει από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων (έναντι 23,7% μέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ).
Τα παραπάνω στοιχεία αποδεικνύουν το μοιραίο λάθος της αντιαναπτυξιακής και άδικης φορολογίας στα ακίνητα. Η λύση πρέπει να είναι δραστική:
‒ Καταργούνται όλοι οι φόροι κατοχής και μεταβίβασης ακίνητης περιουσίας. Θεσπίζεται μόνο φόρος υπεραξίας κατά τη μεταβίβαση των ακινήτων.
‒ Επιβάλλεται στα ακίνητα ανταποδοτικό τέλος που δεν έχει σχέση με την αξία αλλά με την επιφάνεια του ακινήτου προσαυξημένη με τον συντελεστή δόμησης. Το ενιαίο αυτό τέλος για όλα ανεξαιρέτως τα ακίνητα ενός δήμου θα αποτελεί και τη μοναδική πρόσοδο για τους ΟΤΑ.
Τα πλεονεκτήματα της πρότασης:
‒ Όλοι οι δημότες γνωρίζουν εκ τω προτέρων πώς ξοδεύονται τα λεφτά τους και τι θα πληρώσουν για ό,τι τους προσφέρει ο δήμος. Οι δήμαρχοι θα λογοδοτούν για τις δαπάνες του δήμου στους δημότες. Όσοι εξ αυτών είναι νοικοκύρηδες θα επιβραβεύονται, ενώ οι σπάταλοι πολιτικάντηδες θα τιμωρούνται.
‒ Oι δαπάνες των δήμων καλύπτονται από τους δημότες τους και όχι τους φορολογούμενους.
‒ Καταργείται η μεταφορά πόρων από το Δημόσιο προς τους δήμους και οι τελευταίοι αντλούν πλέον τα έσοδά τους από τα ακίνητα της περιοχής τους.
‒ Σε συνδυασμό με κανόνες δημοσιονομικής διαφάνειας θα υπάρχει αυστηρός έλεγχος και οι δημότες θα είναι αυτοί που θα είναι υπεύθυνοι με τις επιλογές τους για το πώς και το πού θα χρησιμοποιηθούν τα χρήματά τους.
Η πρόταση αυτή που πρώτος διατύπωσε ο Στέφανος Μάνος θα αποτελέσει τη μεγαλύτερη διαρθρωτική αλλαγή της μεταπολίτευσης. Στην ουσία με αυτήν ανοίγει ο δρόμος τόσο της θεσμικής ενηλικίωσης της τοπικής αυτοδιοίκησης όσο και του αποτελεσματικού ελέγχου των εκπροσώπων της από τους πολίτες.